Αγρίδια

«Των Αγριδίων η θέσις είναι πάντα ορεινή και τραχεία και ανώμαλος και εν γένει άχαρις ο τόπος δια το πετρώδες αυτού και κατάκρημνον εν μέρει». Με αυτά τα λόγια περιγράφει το 1845 ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός την περιοχή των Αγριδίων, χαρακτηρίζοντας, μάλιστα το έδαφός τους «ποταπόν» και «ολιγόκαρπον». Σκαρφαλωμένα τα Αγρίδια στη ραχοκοκκαλιά των ορεινών όγκων που διασχίζουν την Ίμβρο κατά μήκος, απαγκιάζουν στους πρόποδες του βουνού Άγιος Δημήτριος, στο βόρειο τμήμα του νησιού. Μπροστά τους εκτείνονται οροπέδια και μικρές κοιλάδες, τα τρεχούμενα νερά των οποίων διοχετεύτηκαν στην τεχνητή λίμνη που δημιούργησε η κατασκευή φράγματος από την Τουρκική Κρατική Υπηρεσία Υδάτων, τη δεκαετία του 1980.

Τοπικές παραδόσεις που διασώζονται μέχρι σήμερα, μαρτυρούν ότι ολόκληρη η γύρω περιοχή ήταν δασωμένη, γι? αυτό η δραστηριότητα που αναπτύχθηκε ιδιαίτερα ήταν η κτηνοτροφία και τα Αγρίδια υπήρξαν παραδοσιακοί εξαγωγείς κρέατος και μαλλιού. Την ιστορία, ωστόσο, της ίδρυσης του χωριού διασώζει ο καθηγητής Αλέξανδρος Ζαφειριάδης στο βιβλίο του «Λεύκωμα της Νήσου Ίμβρου». Σύμφωνα με αυτήν, τα Αγρίδια ίδρυσε επί Οθωμανών, γύρω στο 1620, ένας μοναχός, αφού συσπείρωσε τους Ιμβριώτες που αντιδρούσαν προς τον Μητροπολίτη Ίμβρου Αθανάσιο Α΄, υπέρμαχο του καθολικισμού. Ο μητροπολιτικός ναός των Αγριδίων, αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, γιορτάζει το Δεκαπενταύγουστο εις ανάμνηση αυτού του γεγονότος. Στο πανιμβριακού χαρακτήρα πανηγύρι του εορτασμού εντάσσονται και τα πανάρχαια τελετουργικά έθιμα της ομαδικής θυσίας των βοδιών (τα «κουλμπάνια», από την τουρκική λέξη kurban που σημαίνει σφάγιο), η δωρεάν διανομή της «κουρκούτας» (είδος χυλού από ζωμό κρέατος που βράζει μαζί με σιτάρι) σε όλους τους προσκυνητές και των αλληλοκερασμάτων (γλυκίσματα και φρούτα) πάνω από τους οικογενειακούς τάφους, απόρροια κατά πολλούς των Καβειρίων μυστηρίων και των αρχαίων νεκροδείπνων.

Τα Αγρίδια διέθεταν, μεταξύ άλλων, καφενείο-αναγνωστήριο, μεγάλα ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία, ραφεία, κασερίες, υφαντουργεία που εξήγαν πουκάμισα ακόμη και στην Κωνσταντινούπολη, καζαναριά (αποστακτήρια τσίπουρου) και μονάδα παραγωγής αναψυκτικών (γκαζόζας)! Επίσης, τη Γεωργιάδειο Αστική Σχολή δίπλα στο Μητροπολιτικό ναό, που, μετά το κτίσιμο του νέου σχολείου στην είσοδο του χωριού, έγινε έδρα της Εκκλησιαστικής Επιτροπής, καθώς και νηπιαγωγείο, Μορφωτικό Σύνδεσμο που ανέβαζε ως και θεατρικές παραστάσεις, Αγροτικό και Μελισσοκομικό Σύνδεσμο και Σχολή Ραπτικής.

Μετά το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων το 1964, όλα τα σχολικά κτίρια και ο εξοπλισμός τους, κατασκευασμένα από τους Έλληνες αυτόχθονες κατοίκους της Ίμβρου με προσωπική τους εργασία και έξοδα, κατασχέθηκαν από το Τουρκικό Υπουργείο Παιδείας. Σήμερα αφήνονται να ρημάζουν, ή ενοικιάζονται έναντι εξευτελιστικού αντιτίμου σε Τούρκους επιχειρηματίες, για να μετατραπούν σε ξενοδοχειακές μονάδες, όπως έχει ήδη γίνει στο χωριό Γλυκύ. Σε πρόσφατο αίτημα της κοινότητας Αγριδίων να της επιστραφεί το κτίριο του δημοτικού σχολείου του χωριού, οι Τουρκικές αρχές απάντησαν αρνητικά. Τα Αγρίδια σήμερα είναι το μοναδικό χωριό στην Ίμβρο, αλλά και σε ολόκληρη την Τουρκία, που κατοικείται αποκλειστικά και μόνο από Έλληνες αυτόχθονες, ηλικιωμένους στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι οποίοι το χειμώνα δεν ξεπερνούν τα 35 άτομα.